Στο μεταίχμιο βυζαντινής τέχνης και αναγέννησης

Ανάμεσα στα έτη 1200 και 1400 μχ στην Ιταλία λίγο πριν αρχίσει η εποχή της αναγέννησης ,και ενώ η Βυζαντινή τέχνη φτάνει στο απόγειο της με κρητική και Μακεδονική σχολή.

Ο Ιταλός ζωγράφος Τζιόττο και η εποχή του
Ο Τζιόττο ντι Μποντόνε, μεγάλος Ιταλός ζωγράφος, γλύπτης, αρχιτέκτονας, ψηφιδογράφος, αρχι-οικοδόμος, γεννήθηκε γύρω στο 1267, στο Κόλλε ντι Βεσπινιάνο, κοντά στο Βίκκιο ντι Μουτζέλλο, στην Τοσκάνη. Σύμφωνα με την παράδοση, καταγόταν από αγροτική οικογένεια. Λένε ότι τον «ανακάλυψε» ο μεγάλος ζωγράφος Τσιμαμπούε- τον οποίο και ξεπέρασε σε φήμη- ενώ σχεδίαζε πάνω σε μια πέτρα πρόβατα του κοπαδιού του. Ο Τζιόττο έπειτα έγινε μαθητής του Τσιμαμπούε και τον ακολούθησε για πρώτη φορά στη Ρώμη γύρω στα 1280 και στην Ασσίζη, τα επόμενα χρόνια.
 

Εμμανουήλ Πανσέληνος...θα τα πούμε εκτενέστερα βέβαια άλλα τώρα κάνουμε ιστορική τοποθέτηση.

Βιογραφικά στοιχεία

Ο θρυλικός βυζαντινός ζωγράφος Πανσέληνος είναι ο κύριος εκπρόσωπος της λεγόμενης Μακεδονικής Σχολής (1). Φέρεται ότι γεννήθηκε στην Θεσσαλονίκη πιθανόν τον 14ο ή 16ο αι. Ωστόσο από κάποιους, αμφισβητείται ακόμα και η ύπαρξη του, καθώς υποθέτουν, ότι οι συγκεκριμένες τοιχογραφίες είναι έργα κάποιου εργαστηρίου ζωγραφικής. Το βέβαιο είναι, ότι διεσώθη μέχρι τις μέρες μας μια σειρά έργων, των οποίων ο δημιουργός είναι μια καλλιτεχνική μορφή μεγάλης δύναμης. Η πιο ενδιαφέρουσα ίσως, μετά από τους τεχνίτες των περίφημων ψηφιδωτών της προ της άλωσης βυζαντινής τέχνης.

Όμως οι τοιχογραφίες του Πρωτάτου είναι έργα του Πανσέληνου, όχι μόνο επειδή σε αυτόν τις αποδίδουν οι παραδόσεις του Αγίου Όρους ως αυθεντικά του έργα. Αυτό αληθεύει κυρίως, γιατί η ομοιογένεια στο ύφος και η συνοχή που χαρακτηρίζουν τις συνθέσεις αυτές, δε θα μπορούσαν παρά να είναι η έκφραση του ίδιου δημιουργικού πνεύματος. Ενός μόνο καλλιτέχνη και των βοηθών του (Σχολή Πανσέληνου).

Ο Ιερομόναχος και αγιογράφος Διονύσιος εκ Φουρνά των Αγράφων της Ευρυτανίας ( 1670-1744) στην ''Ερμηνεία της Βυζαντινής Ζωγραφικής Τέχνης''  αναφέρεται στον Πανσέληνο με άκρατο ενθουσιασμό χαρακτηρίζοντας τον μάλιστα σαν τον μεγαλύτερο των ζωγράφων, αρχαίων και νεώτερων και παρομοιάζοντας τον με την ''πασιφαή Σελήνην''.
Ο συγγραφέας της Ερμηνείας σε διάφορα μέρη του Βιβλίου παραπέμπει τον αναγνώστη να μελετά τα έργα του μεγάλου διδασκάλου του Όρους Μ. Πανσέληνου.
Επειδή όμως στην Ερμηνεία του ο Διονύσιος αναφέρει τον Πανσέληνο ως αντίπαλο του Θεοφάνου του Κρητός, ο οποίος ήκμασε τον 16ο αι., ( 1490-1550 περ.), εξαιτίας αυτού, πολλοί συμπέραναν εσφαλμένα, ότι και οι τοιχογραφίες του Πρωτάτου είναι έργα του 16ου αι.
Η συγχρονικότητα όμως των δυο ζωγράφων είναι απίθανη.
Η αναφορά του Διονυσίου είναι μάλλον εμφατική και θέλει να εκφράσει τον διαχρονικό ανταγωνισμό, σε επίπεδο καλλιτεχνικής αξίας, ανάμεσα σε δυο μεγάλους καλλιτέχνες που θαύμαζε και οι οποίοι έζησαν πριν από αυτόν.
Σε αυτήν μάλιστα την αναφορά αφήνει να διαφανεί η υποκειμενική του προτίμηση προς την τέχνη του Πανσέληνου.

Θεοφάνης ο Έλληνας. Βυζαντινός αγιογράφος του ΙΔ' αιώνος και γνωστός από το έργο του στη Ρωσία. Μια επιστολή ενός Ρώσου μοναχού, του Επιφανίου, αναφέρει εκτός των άλλων χαρισμάτων που τον διέκριναν ότι ήταν «ο καλύτερος ζωγράφος ανάμεσα στους εικονογράφους». Είναι άγνωστο το που γεννήθηκε και που έμαθε την τέχνη της αγιογραφίας. Ζωγράφισε πολλούς ναούς στη Ρωσία, κυρίως στη Μόσχα και στο Νόβγκοροντ. Θεωρείται ο δάσκαλος του μεγάλου Ρώσου αγιογράφου Αγίου Ανδρέα Ρουμπλιώφ. Η κοίμησίς του υπολογίζεται γύρω στα 1410.