Ζωγραφική για παιδιά με παραμύθια-Το πρόβατο που ονειρευόταν να πετάξει
Μιά φορά και ένα καιρό σε μια κοιλάδα γεμάτη χορτάρι γεννήθηκε ένα χαρούμενο προβατάκι, ο Λευτέρης.
Οι γονείς του έκαναν μεγάλες χαρές που τον είδαν να χοροπηδάει και να είναι τόσο χαρούμενο. Το προβατάκι μας μεγάλωνε μέρα με την μέρα, έτρωγε όλο το φαγητό του και ήταν πάντα χαρούμενο και χοροπηδούσε στο χορτάρι. είχε πολλούς φίλους και όλα τα ζώα το αγαπούσαν.
Την πρώτη καλοκαιρινή μέρα του χρόνου ο Λευτέρης μας πήγε λίγο πιό μακριά από ότι συνήθιζε και ξεχάστηκε λίγο τραγουδώντας ένα τραγούδι.Ξαφνικά άκουσε κάτι σαν θόρυβο από κάτι θάμνους εκεί κοντά και σταμάτησε ξαφνιασμένος αλλά και λίγο φοβισμένος.
Πλησίασε λίγο πιό κοντά προσπαθώντας να καταλάβει τι ήταν αυτό που κρυβόταν στους θάμνους.
Κοίταξε καλύτερα. Ένα κεφαλάκι κρυβόταν εκεί, αλλά τι ήταν αυτό το περίεργο πλάσμα;
-Ποιός είναι εκεί; φώναξε. Θέλεις βοήθεια; Είσαι καλά;
-Θέλω βοήθεια, απάντησε μια φωνή, έβρεξα τα φτερά μου και δεν μπορώ να πετάξω, θα με βοηθήσεις;
Να πετάξει; σκέφτηκε ο Λευτέρης μας,τι είναι να πετάξει;Πως γίνεται αυτό; Εγώ γιατί δεν ξέρω τι είναι αυτό, το να πετάξει;
-Τι είναι το να πετάξει; ρώτησε ο Λευτέρης, τρώγεται;
Το κεφαλάκι γέλασε.
-Οχι δεν τρώγεται, δεν έχεις πετάξει ποτέ εσύ;
Ο Λευτέρης μας προβληματίστηκε πολυ.Τι να πει τώρα;
Πάνω που το σκεπτόταν το κεφαλάκι βγήκε από το θάμνο και τον πλησίασε.
-Καλημέρα, είπε, με λένε Βρόντο γιατί πετάω πιό γρήγορα και από την βροντή και είμαι αετόπουλο, εσύ τι είσαι;
-Είμαι ο Λευτέρης και είμαι πρόβατο.
-Γιατί σε έβγαλαν Λευτέρη; ρώτησε το αετόπουλο.
-Δεν ξέρω, που να ξέρω;
-Θέλεις να γίνουμε φίλοι Λεφτέρη; Τώρα που θα στεγνώσουν και τελείως τα φτερά μου ίσως να σε πάω και μιά βόλτα να δείς τι ωραία που είναι να πετάς.
Αντε πάλι αυτό το πετάς, σκέφτηκε ο Λευτέρης αλλά δεν είπε τίποτα και περίμενε υπομονετικά να δει τι θα κάνει ο Βρόντης.
Αυτός πήγε λίγο πιό εκεί και άνοιξε τα φτερά του στον καλοκαιρινό ήλιο.
Πωπω, πόσο μεγάλα ήταν και πόσο ωραία όταν στέγνωσαν.
-Είμαι έτοιμος, είπε ο Βρόντης στο προβατάκι μας τον Λεφτέρη, όποτε θέλεις να σε βοηθήσω να πετάξεις.
-ΑΑΑΑΑΑ τι ωραία, τώρα θέλω να πετάξω!
Ο Βρόντης σήκωσε απαλά με τα πόδια του τον Λεφτέρη και άρχισε να πετάει.
Στην αρχή ο Λεφτέρης φοβήθηκε που έβλεπε από ψηλά τη γη.Η μαμά του και ο μπαμπάς του φαινόντουσαν τόσο μικροί, αλλά μετά σκέφτηκε οτι ο Βρόντης είναι φίλος του και δεν θα τον αφήσει να πάθει κανένα κακό και ησύχασε.
Ο βρόντης τον πήγε στη φωλιά του που ήταν ψηλά σε ένα μεγάλο βουνό να του γνωρίσει και την δική του οικογένεια.
Μετά από κάμποση ώρα ο Λεφτέρης πεθύμησε την μαμά και τον μπαμπά του , αποχαιρέτησε την οικογένεια του Βρόντη και με τον ίδιο τρόπο ο αετός μας τον ξαναέφερε στο λιβάδι του και τον άφησε να πατήσει απαλά στο χορτάρι και έφυγε.
Ο Λεφτέρη μας έτρεξε όλο χαρά στη οικογένειά του να τους πεί τι του συναίβει.
Ο μπαμπά τον άκουγε όλο ανησυχία γιατί ο μπαμπάς ήξερε πως οι αετοί δεν γίνονται φίλοι με τα πρόβατα.
Όταν τελείωσε ο Λεφτέρη μας τον συμβούλεψε να προσέχει και ακόμα πως ωραίο ήταν το πέταγμα αλλά αυτό ήταν για τα πουλιά και όχι για τα προβατάκια.
Ακόμα το διηγείται ο Λεφτέρη μας, παππούς πιά, στα εγγονάκια του αυτό το πέταγμά του, σαν παραμύθι.
ΚΑι έζησαν αυτοί καλά και εμείς καλύτερα