Η λέξη εξπρεσιονισμος αποδίδεται στον τσέχο ιστορικό τέχνης Antonin Matějček. Έλεγε χαρακτηριστικά. "Ένας εξπρεσιονιστής επιθυμεί πάνω απ όλα να εκφράσει τον εαυτό του". Το ρεύμα των εξπρεσιονιστών αναπτύχθηκε στη Γερμανία αλλά δεν ήταν παρά μικρές ομάδες που ζωγράφιζαν έτσι. Οι ζωγράφοι που ζωγράφιζαν με αυτό τον τρόπο είχαν σαν προκάτοχό τους τον Βινσεντ Βαν Γκογκ και τον Μούνκ, αλλά και έργα απο την τέχνης της Αφρικής. Μάλλον οι εξπρεσιονιστές στη Γερμανία ήρθαν σε επαφή με τους φωβιστές στο Παρίσι γιατί και οι δύο ζωγραφίζουν με έντονα χρώματα αδιαφορώντας για την ακριβή απεικόνιση των μορφών τους.Μιά μικρή διαφορά ωστόσο υπάρχει. Οι φωβιστές ήθελαν να δημιουργήσουν όμορφες εικόνες αντίθετα με τους εξπρεσιονιστές που επιδίωκαν να δει ο θεατής το βάθος των συναισθημάτων τους. Για τους εξπρεσιονιστές η μορφή δεν είχε και τόσο μεγάλη αξία όσο το χρώμα.Χαρακτηριστικός εκπρόσωπος ο Καντίνσκι.Αυτό το κίνημα επεκτάθηκε και στην μουσική, θέατρο και κινηματογράφο. Ακόμα και στη μυθιστοριογραφία έχουμε δείγματα της επέκτασης του εξπρεσιονισμού με εκπρόσωπό του τον Φράντς Κάφκα.

Βασικοί επρόσωποί του είναι.Βασίλη Καντινσκι, `Εντβαρτ Μούνκ, `Οσκαρ Κοκόσκα, Φραντς Μαρκ, Εμίλ Νόλντε, `Εγκον Σίλε, Χαίμ Σουτίν.

Θα προσπαθήσω να βρω έργα τους για να συγκρίνετε.

Ο πρωτοπόρος και ο εμπνευστής των εξπρεσιονιστών σε ένα έργο του, ελιές
Ο Βίνσεντ βαν Γκογκ (Vincent Willem van Gogh, προφορά στα ολλανδικά: Βίνσεντ φαν Χοχ) (30 Μαρτίου 1853 – 29 Ιουλίου 1890) ήταν Ολλανδός ζωγράφος. Εν ζωή, το έργο του δεν σημείωσε επιτυχία ούτε ο ίδιος αναγνωρίστηκε ως σημαντικός καλλιτέχνης. Ωστόσο, μετά το θάνατό του, η φήμη του εξαπλώθηκε πολύ γρήγορα και σήμερα αναγνωρίζεται ως ένας από τους σημαντικότερους ζωγράφους όλων των εποχών.

Η επίδραση του στα μεταγενέστερα κινήματα του εξπρεσιονισμού, του φωβισμού αλλά και εν γένει της αφηρημένης τέχνης, θεωρείται καταλυτική.

 Ο Φράνκς Μάρκ (αυτοπροσωπογραφία) και ο πίνακας Γαλάζια άλογα.

Χαρακτηριστικός εξπρεσιονιστής.Λίγα λόγια για τον ίδιον.

Ο Φραντς Μαρκ (Franz Marc, 1880-1916) ήταν Γερμανός εξπρεσιονιστής ζωγράφος. Γεννήθηκε στο Μόναχο, όπου και σπούδασε φιλοσοφία, θεολογία και ζωγραφική. Θεωρείται ένας από τους ιδρυτές του Γαλάζιου Καβαλάρη, το 1911. Είχε στενή συνεργασία με τον Βασίλι Καντίνσκι πειραματιζόμενος με τις εκφραστικές δυνατότητες του χρώματος.

Παρά το γεγονός ότι παρέμεινε πάντοτε ένας ζωγράφος ζώων, πίνακες όπως Η Τίγρις του 1912, οφείλουν την εκφραστικότητά τους κυρίως στα απλά χρωματικά τους επίπεδα. Στο περίφημο έργο του Μορφές που μάχονται του 1914, το ύφος του αγγίζει τα όρια του αφηρημένου εξπρεσιονισμού.

Σκοτώθηκε το 1916 στο Βερντέν.

 

 

Ο Όσκαρ Κοκόσκα (Oskar Kokoschka, 1 Μαρτίου 1886 - 22 Φεβρουαρίου 1980), ήταν Αυστριακός καλλιτέχνης, ποιητής και θεατρικός συγγραφέας, γνωστός για τα εξπρεσιονιστικά του τοπία και πορτρέτα.

Η καριέρα του Όσκαρ Κοκόσκα σημαδεύτηκε από τα πορτρέτα βιεννέζικων διασημοτήτων τα οποία ζωγράφισε με ένα νευρώδες και ζωηρό στυλ. Υπηρέτησε στον αυστριακό στρατό κατά την διάρκεια του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, στον οποίο και τραυματίστηκε σοβαρά. Παρά το γεγονός ότι την περίοδο της νοσηλείας του οι γιατροί διέγνωσαν σοβαρή διανοητική αστάθεια, ο Όσκαρ Κοκόσκα συνέχισε την καριέρα του ως καλλιτέχνης, ταξιδεύοντας σε ολόκληρη την Ευρώπη και ζωγραφίζοντας τοπία.

Ο Έντβαρτ Μουνκ (Edvard Munch) ήταν Νορβηγός ζωγράφος, που ανήκει στους προδρόμους του εξπρεσιονισμού. Γεννήθηκε στις 12 Δεκεμβρίου 1863 στο χωριό Άνταλσμπρουκ της Νορβηγίας και μεγάλωσε στο Όσλο. Πέθανε στις 23 Ιανουαρίου 1944 στο Όσλο. Το πιο γνωστό του έργο είναι «Η Κραυγή».

Ο γερμανός ζωγράφος Εμιλ Νόλντε (1867-1956) υπήρξε μέλος του ναζιστικού κόμματος και η ζωγραφική του άρεσε στον Γκέμπελς. Γαλλικά δημοσιεύματα επικαλούνται αυτή τη σχέση για να εξηγήσουν το γεγονός ότι στη Γαλλία ουδέποτε είχε διοργανωθεί μεγάλη έκθεση του σημαντικού αυτού καλλιτέχνη.. Η τωρινή πάντως, στο Grand Palais, αναπληρώνει και με το παραπάνω αυτή την παράλειψη χάρη στον πλούτο και στην αντιπροσωπευτικότητά της. (Αλλωστε ο εναγκαλισμός του Νόλντε με τον ναζισμό δεν κράτησε πολύ. Σύντομα τα έργα του αφαιρέθηκαν από τα γερμανικά μουσεία, πολλά καταστράφηκαν και άλλα παρουσιάστηκαν ως χαρακτηριστικά δείγματα της «εκφυλισμένης τέχνης» στις σχετικές εκθέσεις που διοργάνωσαν οι ναζιστές.) Αν και θεωρείται εκπρόσωπος του γερμανικού εξπρεσιονισμού ο Νόλντε αποτελεί ξεχωριστή, μοναχική περίπτωση, πράγμα που ισχύει και για τη σχέση του με τα άλλα πρωτοποριακά κινήματα στα οποία εντάχθηκε κατά καιρούς. Ο Νόλντε επηρεάστηκε από τη λαϊκή τέχνη και τις παραδόσεις της Γερμανίας και απεικόνισε θέματά τους, πνεύματα και ξωτικά, με έντονα χρώματα και σε τραχύ ύφος.

Ο Έγκον Σίλε (γερμ. Egon Schiele) ήταν διάσημος Αυστριακός ζωγράφος. Ήταν προστατευόμενος του Γκούσταβ Κλιμτ και ένας από τους σπουδαιότερους ζωγράφους προσώπων του 20ου αιώνα. Οι πίνακές του χαρακτηρίζονται κυρίως από ένταση. Χαρακτηρίστηκε επίσης ως ζωγράφος του εξπρεσιονισμού, ωστόσο είχε και επιρροές από την Αρ Νουβό. Το Μουσείο Λέοπολντ της Βιέννης περιέχει την μεγαλύτερη συλλογή έργων του, με πάνω από 200 εκθέματα. Άλλες σημαντικές συλλογές έργων του βρίσκονται στο Μουσείο Έγκον Σίλε στη γεννέτειρά του Τουλν αν ντερ Ντόναου και στην Αυστριακή Πινακοθήκη Μπελβεντέρε στη Βιέννη.

Σουτίν, Χαΐμ (Chaϊm Soutine, Σμίλοβιτς, Μινσκ 1894 – Παρίσι 1943). Γάλλος ζωγράφος, λευκορωσικής καταγωγής. Φοίτησε αρχικά στην Ακαδημία της Βίλνα (σημερινό Βίλνιους Λιθουανίας). Το 1913 μετανάστευσε στο Παρίσι όπου συνέχισε τις σπουδές του στη Σχολή Καλών Τεχνών και συνδέθηκε φιλικά με τον Σαγκάλ και με τον Μοντιλιάνι. Αφού έμεινε αρκετό καιρό στο Σερέ, την περίοδο 1920-29 δημιούργησε τα σημαντικότερα έργα του. Ο Σ. εξέφρασε το ταλέντο του με μια δραματική αποσύνθεση της χρωματικής ύλης: έτσι γεννήθηκαν εκείνα τα τοπία που φαίνονται παραμορφωμένα από την καταιγίδα, με τα δέντρα που γέρνουν κάτω από εφιαλτικούς ουρανούς. Ακόμα και οι ανθρώπινοι τύποι του (Ο ζαχαροπλάστης, 1920-22· Το παιδί του χορού, 1928) καθρεφτίζουν την απέραντη θλίψη του καλλιτέχνη. Μεταξύ των Ευρωπαίων εξπρεσιονιστών, ο Σ. διακρίνεται για το σφρίγος της φαντασίας, με την οποία μεταμόρφωνε ποιητικά ακόμα και τα πιο πεζά θέματα της πραγματικότητας (Κουφάρι βοδιού, 1925). Ο Σ. συχνά ξαναδούλευε ή και κατέστρεφε τις παλαιότερες δημιουργίες του. Μολονότι γνώρισε από νωρίς επιτυχία, οδηγήθηκε σταδιακά στην απομόνωση και παρουσίασε μικρό αριθμό έργων μετά το 1930 και έως τον θάνατό του. Πέθανε από πείνα στη κατοχή.

Γεννήθηκε στη Μόσχα, μοναδικό παιδί εύπορης οικογένειας. Ο πατέρας του ήταν έμπορος τσαγιού. Το 1871 η οικογένεια μετακόμισε στην Οδησσό, όπου ο πατέρας του ανέλαβε θέση διευθυντή σε εργοστάσιο τσαγιού. Σύντομα, μετά τη μετακίνηση αυτή, οι γονείς του Καντίνσκι χώρισαν και την ανατροφή του ανέλαβε η θεία του Ελισάβετ, αδελφή της μητέρας του.

Ολοκλήρωσε τις γυμνασιακές σπουδές του και παρακολούθησε ιδιαίτερα μαθήματα μουσικής, ζωγραφικής και σχεδίου. Το 1886 επέστρεψε στη Μόσχα και ξεκίνησε σπουδές νομικής και οικονομικών στο Πανεπιστήμιο, ασχολούμενος παράλληλα στον ελεύθερο χρόνο του με τη ζωγραφική. Το 1889, επισκέφτηκε την επαρχία Βόλογκντα, με σκοπό την καταγραφή της τοπικής αγροτικής νομοθεσίας, στα πρότυπα έρευνας της Εταιρείας Φυσικών Επιστημών, Εθνογραφίας και Ανθρωπολογίας. Μετά από την έρευνά του, έγινε μέλος της Εταιρείας, γεγονός που του πρόσφερε καλύτερες προοπτικές να ακολουθήσει μία ακαδημαϊκή σταδιοδρομία. Παράλληλα ολοκλήρωσε τις σπουδές του το 1892, έγινε μέλος της Ένωσης Νομικών και του προσφέρθηκε μία θέση λέκτορα στο Πανεπιστήμιο της Μόσχας.

Την περίοδο αυτή γνώρισε και παντρεύτηκε την ξαδέλφη του Άνια Τσιμιάκινα. Παρά την ακαδημαϊκή του πορεία, το ενδιαφέρον του για την τέχνη παρέμενε ζωντανό και τονώθηκε ακόμα περισσότερο εξαιτίας δύο γεγονότων. Το πρώτο αφορούσε στην έκθεση των Γάλλων ιμπρεσιονιστών στη Μόσχα και το δεύτερο στην παρουσίαση του έργου Λόενγκριν του Ρίχαρντ Βάγκνερ στο Βασιλικό Θέατρο της Μόσχας, που εντυπωσίασε τον Καντίνσκι.