Μιά φορά και ένα καιρό στα πολύ παλιά τα χρόνια, τότε που οι νεράιδες φανερωνόντουσαν στους ανθρώπους και τους βοηθούσαν, ζούσε σε ένα λιβάδι με παπαρούνες ένα κοριτσάκι που το έλεγαν Ελιζαμπέτα.
Η μικρή μας φίλη μεγάλωνε μόνη της με την βοήθεια της καλής της νεράιδας και των ζώων του δάσους που ήταν λίγο πιό εκεί από το λιβάδι. Κάθε πρωί οι φίλοι της τα ζώα ερχόντουσαν και της έλεγαν καλημέρα χτυπώντας το παράθυρό της ή φωνάζοντας το όνομα της στη δική τους γλώσσα και εκείνη πάντα είχε κάτι να δώσει στους μικρούς της φίλους. Τα πουλιά έμπαιναν απ το παραθυράκι της και της κελαιδούσαν για να ξυπνήσει γλυκά.