ζωγραφική με παραμυθια

Μια φορά και ένα καιρό σε ένα μακρινό βασίλειο, ζούσε ένας βασιλιάς που είχε όλα όσα ποθεί άνθρωπος πάνω στη γη.
Όλοι νόμιζαν ότι ήταν ευτυχισμένος γιατί δεν του έλειπε τίποτα. Το ίδιο πίστευε και ο βασιλιάς.
Μια μέρα έστειλε τον υπηρέτη του στην κοντινή πόλη να του φέρει ένα φαγητό που μόνο εκεί έφτιαχναν.
Για να πάει σε αυτή την πόλη ο υπηρέτης περνούσε από το δάσος που περιέβαλε το βασίλειο.
Όταν γύρισε πίσω στο παλάτι, ο υπηρέτης χαμογελούσε τόσο πλατιά και ήταν τόσο χαρούμενος, που ο βασιλιάς δεν είχε χαμογελάσει ποτέ έτσι.
Ούτε και είχε ξαναδεί τον υπηρέτη του τόσο χαρούμενο ποτέ!.
Αναρωτήθηκε, λοιπόν, γιατί να χαμογελάει έτσι!
Την άλλη μέρα έστειλε τον ράφτη του, στην ίδια πόλη, να φέρει ύφασμα.
Ήταν πολλή δύσκολη δουλειά και κουραστική, αλλά και πάλι ο ράφτης του χαμογελούσε πλατιά!
Ο βασιλιάς απόρησε πάλι!
Κάλεσε και τους δύο και τους ρώτησε, γιατί ήταν τόσο χαρούμενοι.
Και οι δύο απάντησαν με μία φώνη.
-Βασιλιά μου, φταίει το αηδόνι!
-Το αηδόνι; τι είναι αυτό το αηδόνι , που σας κάνει τόσο χαρούμενους;

-Φίλε μου Μέρμυγκα, λες να στρίψουμε αριστερά ή δεξιά; ρώτησε χαμηλόφωνα ο κύριος Πόντικας.

-Δεν ξέρω, έχει τόσες στροφές και τόσα λαγούμια εδώ κάτω που νομίζω θα χαθούμε,απάντησε ο κύριος Μέρμυγκας.

-Να φωνάξουμε ; μήμπως και μας ακούσει η Ελιζαμπέτα; πρότεινε ο κύριος Πόντικας.

Σταμάτησαν να το σκεφτούν για λίγο και κάθησαν να ξεκουραστούν πάνω σε μιά ρίζα δέντρου που ήταν εκεί κοντά του.

Έφτασαν, η καλή νεράιδα και τα ζωάκια του δάσους κοντά στο μέρος, που έχει φυλακιστεί η Ελιζαμπέτα.

Κάθησαν σε ένα ξέφωτο να ξαποστάσουν και να σκεφτούν τι θα κάνουν και έστειλαν και σε εμένα την ιστορία τους να σας την πω.

Βαδίζοντας τη νύχτα, τους οδηγούσε ένα μεγάλο φεγγάρι που βγήκε στον ουρανό για νατους βοηθήσει μετά απο παράκληση της καλής νεράιδας.

Σκέφτηκαν,που λέτε, σκέφτηκαν, είπε μιά γνώμη ο λαγός ,μιά άλλη γνώμη ο βάτραχος, μιά τρίτη γνώμη το ζαρκαδάκι. Όλοι όμως συμφώνησαν με την ιδέα του αηδονιού.

Μιά φορά και ένα καιρό στα πολύ παλιά τα χρόνια, τότε που οι νεράιδες φανερωνόντουσαν στους ανθρώπους και τους βοηθούσαν, ζούσε σε ένα λιβάδι με παπαρούνες ένα κοριτσάκι που το έλεγαν Ελιζαμπέτα.

Η μικρή μας φίλη μεγάλωνε μόνη της με την βοήθεια της καλής της νεράιδας και των ζώων του δάσους που ήταν λίγο πιό εκεί από το λιβάδι. Κάθε πρωί οι φίλοι της τα ζώα ερχόντουσαν και της έλεγαν καλημέρα χτυπώντας το παράθυρό της ή φωνάζοντας το όνομα της στη δική τους γλώσσα και εκείνη πάντα είχε κάτι να δώσει στους μικρούς της φίλους. Τα πουλιά έμπαιναν απ το παραθυράκι της και της κελαιδούσαν για να ξυπνήσει γλυκά.

Τα παιδιά εκφράζονται με την ζωγραφική. Μπορείτε να διαβάσετε στο παιδί σας το παραμύθι ή να το διαβάσει μόνο του αν είναι αρκετά μεγάλο για αυτό. Αφήστε το μετά να αποφασίσει αν θέλει να ζωγραφίσει κάποια εικόνα απ το παραμύθι. Aν αποφασίσει να το κάνει βοηθήστε το με τα χαρτιά και τις μπογιές. Αφήστε το να φτιάξει ότι θέλει χωρίς διορθώσεις από εσάς.